…..σε μια άλλη "κανονικότητα"?
Στις μέρες μας, η ανθρωπότητα αντιμετωπίζει δύο πολύ σοβαρές κρίσεις: μία πανδημική που οφείλεται στον κορονοϊό SARS.Cov-2 COVID-19, και μία πρωτοφανή κλιματική απειλή.
Θα μπορούσαμε να τις δούμε ως ενιαία οικολογική κρίση, όμως έτσι απαιτείται μια διαφορετική εντελώς προσέγγιση, η οποία να αποδέχεται την εγγενή πολυπλοκότητα της φύσης, τις αλληλεξαρτήσεις και τους συσχετισμούς, καθώς και τις εξελικτικές διαδικασίες της ίδιας της ζωής. Κατανοήσεις που χρειάζονται νοητικές μετατοπίσεις, για απαλλαγούμε από τις ναρκισσιστικές αυταπάτες μας ως «το ξεχωριστό» και «το ανώτερο» είδος στον πλανήτη μας.
Το οικολογικό ζήτημα είναι βέβαια κατ’ εξοχήν ολιστικό και πολιτικό.
Όμως οι οικονομικές ελίτ προτιμούν να αντιμετωπίζουν την μεν πανδημία ως «υγειονομική κρίση», τη δε κλιματική αλλαγή, μόνο ως ανάγκη στην αλλαγή «του μοντέλου παροχής ενέργειας».
Με την πανδημία εξαιτίας του κορονοΐου, που κρατάει δύο χρόνια, με μεταλλάξεις του ιού (τύπου Α, Β, Δ, Ο κ.ο.κ), για την προσαρμογή και την επιβίωση του, έχουμε εμπεδώσει ως κοινωνία τις έννοιες της μετάλλαξης και της προσαρμογής στο περιβάλλον, μια οδυνηρή επιβεβαίωση για κατανόηση της καθολικά ισχύουσας εξελικτικής θεωρίας του Δαρβίνου, που ακόμα όμως δεν είναι καθολικά αποδεκτή.
Ο εκπολιτισμός του ανθρώπου στηρίχτηκε κατεξοχήν στην κυριαρχία του Ανθρώπου πάνω Φύση. Ένας πολιτισμός που βασίστηκε σε δίπολα: Άνθρωπος – Ζώα, Κοινωνία – Φύση, Πόλη – Ύπαιθρος, κ.α.
Η εξέλιξη της επιστήμης και της τεχνολογίας άλλαξε τον τρόπο παραγωγής αγαθών (εντατική γεωργία και κτηνοτροφία), και μαζί με την εκμετάλλευση δασών και της άγριας ζωής και την αστικοποίηση του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού - πάνω από το 60% του παγκόσμιου πληθυσμού κατοικεί σε αστικά κέντρα – έχει ως αποτέλεσμα τρόποι ζωής με φροντίδα για τη φύση να χάνονται και οι άνθρωποι να αποξενώνονται από τη φύση. Συνθήκες ρύπανσης και διαταραχές στον κύκλο του άνθρακα και του νερού να δημιουργούνται, με αποτέλεσμα την κλιματική αλλαγή και τη μείωση της βιοποικιλότητας, ώστε να γινόμαστε «οι εύκολοι ξενιστές» για τους ιούς που αναπτύσσονται και μπορούν να μεταδοθούν με μεγάλη ταχύτητα στον πολλαπλά διασυνδεδεμένο κόσμο μας.
Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση ως μία κοινότητα εκπαιδευτικών ανήσυχων για τα ζητήματα του περιβάλλοντος, θα πρέπει ίσως να δώσει έμφαση στον τρόπο και τις συνθήκες που τα παιδιά έρχονται σε επαφή με τη φύση. Ιδιαίτερα ίσως των αστικών κέντρων.
Στο ενδιαφέρον άρθρο «Τυφλότητα απέναντι στα φυτά: Σύγχρονα δεδομένα και ο ρόλος της εκπαιδευτικής κοινότητας» ο Αλέξανδρος Αμπράζης και η Πόπη Παπαδοπούλου, θέλοντας να θωρακίσουν τη σχέση των παιδιών με τη φύση, μας καταθέτουν ερευνητικά ευρήματα σχετικά με την «τυφλότητα» ή την υποτίμηση των φυτικών οργανισμών που παρατηρείται παγκόσμια, ώστε η εκπαιδευτική κοινότητα να μπορεί να κάνει κατάλληλες επιλογές για αύξηση του ενδιαφέροντος και της προσοχής των παιδιών προς τα φυτά και τη φύση
Εξίσου ενδιαφέρον είναι το άρθρο «Η Έρευνα δράση και η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στην Ελλάδα» της Μαριάννας Καλαϊτζιδάκη και Αμαλίας Φιλιππάκη, που θέλοντας να μας παρουσιάσουν τη μέθοδο της Έρευνας δράσης ως μια διαδικασία αλλαγών, καταπιάνονται με προγράμματα Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης, που είτε εντάσσονται στην Αστική Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, είτε στην Εκπαίδευση βασισμένη στον τόπο .
Στα δύο άρθρα της, η Νίκη Στεφανάκη καταπιάνεται με τις επιμορφωτικές ανάγκες των εκπαιδευτικών, αλλά και με τα χαρακτηριστικά μιας επιμορφωτικής διαδικασίας για την εκπαίδευση στην Αειφόρο Ανάπτυξη, με δεδομένα και συμπεράσματα χρήσιμα στη χάραξη εκπαιδευτικής πολιτικής και στον σχεδιασμό επιμορφωτικών προγραμμάτων έστω σε τοπικό επίπεδο.
Και παρά το ότι μέσα στις συνθήκες της πανδημίας τα σχολεία λειτούργησαν διαδικτυακά, η Βέτα Τσαλίκη στο άρθρο της «Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση σε δύσκολους καιρούς», στην Ενότητα: Περιβαλλοντική Εκπαίδευση στο σχολείο, μας παρουσιάζει Προγράμματα Π.Ε, οκτώ σχολείων, που με την επιμονή και το πάθος εκπαιδευτικών και μαθητών, συνέχισαν να κάνουν Περιβαλλοντική Εκπαίδευση σε συνθήκες τηλε-εκπαίδευσης.