Βιώσιμη πόλη με συμμετοχή των πολιτών σε περίοδο κρίσης

Συγγραφέας: 

Δρ. Χημικός Περιβαλλοντολόγος, Καθηγητής-Σύμβουλος στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο kinikola at hol.gr

Η σημερινή κρίση δεν είναι καινούργια, αλλά άρχισε εδώ και πολλά χρόνια. Αυτό που βιώνουμε σήμερα είναι η φάση όξυνσης της κρίσης. Η κρίση επηρεάζει όλους τους τομείς της αειφορίας (κοινωνία, οικονομία και περιβάλλον). Κατά τη διάρκεια της σημερινής φάσης της οικονομικής κρίσης, όλοι οι τομείς της παραγωγής και της κατανάλωσης έχουν πληγεί από την οικονομική ύφεση. Υπάρχουν άμεσες και μακροπρόθεσμες θετικές και αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις της κρίσης. Φαινομενικά, η μείωση της παραγωγής και της κατανάλωσης θα οδηγήσει αυτόματα σε ένα χαμηλότερο επίπεδο της ρύπανσης. Από την άλλη πλευρά, το πρόβλημα της ρύπανσης μπορεί να γίνει χειρότερο κατά τη διάρκεια της κρίσης, διότι η προστασία του περιβάλλοντος φαίνεται να αποτελεί χαμηλότερη προτεραιότητα και η βιώσιμη ανάπτυξη δεν είναι πλέον μια «επιλογή» [1,2,3].

 Η νεοφιλελεύθερη πολιτική της μείωσης εισοδημάτων, της αύξησης των τιμών υπηρεσιών και προϊόντων, των απολύσεων σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα, του ακρωτηριασμού του δημόσιου τόσο στους τομείς των κοινωνικών αγαθών όσο και στους οικονομικούς τομείς στρατηγικής σημασίας για την κοινωνία (παιδεία, υγεία, ενέργεια, επικοινωνίες, μεταφορές, ύδρευση, διαχείριση απορριμμάτων, τροφή κλπ) δεν επηρεάζει απλά την οικονομική κατάσταση της πλειονότητας των πολιτών, αλλά απειλεί πλέον την ίδια τη ζωή τους.

 Για παράδειγμα, με την όξυνση της κρίσης μετά το 2008 και τη συνεχή μείωση εισοδημάτων παρατηρήθηκε μείωση της κυκλοφορίας των οχημάτων και συνεπώς μείωση της ρύπανσης του αέρα των πόλεων. Επισημάνθηκε εδώ και καιρό, ότι δεν πρέπει να δημιουργείται η ψευδαίσθηση ότι η κρίση έχει θετικές επιπτώσεις στην ποιότητα του αέρα. Η συνεχής μείωση των εισοδημάτων, η φτώχεια και η παράλληλη αύξηση των τιμών υπηρεσιών και προϊόντων οδηγούν αναγκαστικά σε κακοσυντηρημένα οχήματα και σε άλλα τέτοια φαινόμενα, όπου παρά το γεγονός ότι μειώνεται η ποσότητα των χρησιμοποιούμενων καυσίμων, αυξάνεται δραματικά η ρύπανση του αέρα των πόλεων [4].

 Δεν πέρασε πολύς καιρός και η φύση, που δεν καταλαβαίνει από πολιτικές και έχει τους δικούς της νόμους, παρουσίασε τον Νοέμβριο του 2011 στη Θεσσαλονίκη μια θερμοκρασιακή αναστροφή (ένα μετεωρολογικό φαινόμενο κατά το οποίο μια στοιβάδα θερμού αέρα στέκεται πάνω από την πόλη και εγκλωβίζει τους ρύπους), που έμεινε για 7 μέρες πάνω από την πόλη οδηγώντας σε επεισόδιο ατμοσφαιρικής ρύπανσης (με τιμές αιωρουμένων σωματιδίων πολύ πάνω από τα όρια συναγερμού, δηλ. τα όρια λήψης εκτάκτων μέτρων), ιστορικά πρωτοφανές για τη Θεσσαλονίκη [5]. Ήταν το πρώτο καμπανάκι.

 Ένα χρόνο μετά, το Δεκέμβριο του 2012 και χωρίς ακόμα να έχει έρθει κάποια ιδιαίτερη βαρυχειμωνιά, παρουσιάσθηκαν εξαιρετικά υψηλές τιμές των αιωρουμένων σωματιδίων στον αέρα των ελληνικών πόλεων. Ιδιαίτερα όμως στη Θεσσαλονίκη, εμφανίσθηκε και πάλι θερμοκρασιακή αναστροφή, που έμεινε 5 μέρες (από 24 μέχρι και 28 Δεκεμβρίου 2012) πάνω από την πόλη οδηγώντας σε επεισόδιο ατμοσφαιρικής ρύπανσης με τιμές ρύπων πολύ μεγαλύτερες από το προηγούμενο του 2011. Ενδεικτικά, στο σταθμό μέτρησης της οδού Λαγκαδά, που βρίσκεται στα όρια του Δήμου Θεσσαλονίκης και των δυτικών συνοικιών (συνοικίες εξαιρετικά πυκνοκατοικημένες και με μεγάλο πρόβλημα ανεργίας και χαμηλών εισοδημάτων), η μέση ημερήσια τιμή των αιωρουμένων σωματιδίων έφθασε να είναι 2 φορές πάνω από το όριο λήψης εκτάκτων μέτρων (όριο συναγερμού) [6].

 Η αύξηση των τιμών του πετρελαίου θέρμανσης και του φυσικού αερίου (καθώς και η σχεδιαζόμενη αύξηση τιμολογίων του ηλεκτρικού ρεύματος) ανάγκασε τους πολίτες ειδικά με χαμηλά εισοδήματα να στραφούν στο να χρησιμοποιήσουν τζάκια (όχι βέβαια τα ενεργειακά, που είναι ακριβά) και σόμπες, με καύσιμη ύλη παντός είδους ξύλα και κάθε είδους υλικά που είναι δυνατόν να καούν, συχνά διαποτισμένα με χημικά, που οδηγούν τελικά σε εκπομπές αιωρουμένων σωματιδίων πολλές φορές μεγαλύτερες σε σχέση με το πετρέλαιο και ασύγκριτα μεγαλύτερες σε σχέση με το φυσικό αέριο. Επίσης, σε αυτές τις περιπτώσεις αυξάνονται δραματικά οι εκπομπές ιδιαίτερα τοξικών και καρκινογόνων ουσιών, όπως πχ οι πολυαρωματικές ενώσεις και οι διοξίνες. Ακόμα χειρότερα, οι εκπομπές αυτές αυξάνονται όχι μόνο στον αέρα των πόλεων αλλά και στο εσωτερικό των σπιτιών, ιδίως όσων χρησιμοποιούν τζάκια και σόμπες με τελικό αποτέλεσμα, όλο το εικοσιτετράωρο είτε μέσα είτε έξω από το σπίτι η ποιότητα του εισπνεόμενου αέρα να είναι χαμηλή. Αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο για τις ευπαθείς ομάδες, που είναι τα παιδιά, οι ηλικιωμένοι και οι πάσχοντες από αναπνευστικά και καρδιαγγειακά νοσήματα.

 Τα έκτακτα μέτρα δεν αρκούν για να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα. Τα έκτακτα μέτρα έχουν νόημα και είναι αποτελεσματικά για τις περιπτώσεις επεισοδίων νέφους, υπό την προϋπόθεση ότι αυτά είναι σπάνια και ότι τις υπόλοιπες μέρες του χρόνου η ποιότητα του αέρα είναι καλή. Όμως δεν συμβαίνει αυτό. Στη Θεσσαλονίκη για παράδειγμα, τις περισσότερες μέρες του χρόνου υπάρχει υπέρβαση του ημερήσιου ορίου για τα αιωρούμενα σωματίδια. Αν εφαρμοσθούν έκτακτα μέτρα θα σταματήσει η λειτουργία της πόλης. Γι’ αυτό χρειάζεται ολοκληρωμένη πολιτική που να αντιμετωπίζει το πρόβλημα στη ρίζα του, που είναι ο συνδυασμός της φτώχειας και των χαμηλών εισοδημάτων με τις υψηλές τιμές των σημερινών μορφών θέρμανσης (πετρέλαιο, φυσικό αέριο, ηλεκτρισμός).

 Ακόμα και με οικονομίστικη προσέγγιση, το κόστος από μια δραστική μείωση αυτών των τιμών είναι πολύ μικρότερο από το κόστος νοσηλείας και περίθαλψης, ένεκα των επιπτώσεων που υπάρχουν. Κυρίως όμως, οι ζωές των ανθρώπων είναι πάνω από τα κέρδη και τους φόρους.

 Όσο περισσότερο συνεχίζεται σε πλάτος και σε βάθος η εφαρμογή της «αγίας τριάδας» των νεοφιλελεύθερων επιλογών (ακρωτηριασμός και απορρύθμιση του δημόσιου τομέα, ιδιωτικοποιήσεις και απόλυτη ελευθερία για τις εταιρείες και μεγάλες περικοπές στις κοινωνικές δαπάνες) [7], τόσο περισσότερο βαθαίνει και οξύνεται η κρίση του συστήματος. Η όξυνση της κρίσης δεν ενοχλεί τους πάντες. Για μερικούς είναι ευκαιρία για τη μέγιστη δυνατή αποκόμιση κερδών με την ιδιωτικοποίηση (όπου αυτή δεν υπάρχει ακόμα) των βασικών αγαθών και υπηρεσιών διαβίωσης και κοινής ωφέλειας και των φυσικών πόρων. Μεταξύ αυτών των βασικών αγαθών, υπηρεσιών και πόρων, που δέχονται την επίθεση της ιδιωτικοποίησης, κυρίαρχη θέση έχουν 4 τομείς προτεραιότητας (καθόλου τυχαία), συναρθρωμένοι σ’ ένα ενιαίο σύνολο: το Νερό, η Ενέργεια, η Τροφή και τα Απόβλητα (Ν.Ε.Τ.Α.).

 Στον αντίποδα της ιδιωτικοποίησης, που παρουσιάζεται ως μονόδρομος από τον νεοφιλελευθερισμό, αναδύεται η εναλλακτική λύση του συνεργατισμού, της αυτοδιαχείρισης, της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας με άμεση δημοκρατία [8].

 Ένας συνεταιρισμός ανήκει στην κοινωνική και αλληλέγγυα οικονομία, εφόσον στηρίζεται σε συγκεκριμένες βασικές αρχές, είναι ανεξάρτητο δημιούργημα των πολιτών και δεν έχει εξαρτήσεις από το κράτος, τις κυβερνήσεις και τα επιχειρηματικά συμφέροντα [9]. Αυτοί οι συνεταιρισμοί αντιστρατεύονται τον καπιταλιστικό ανταγωνισμό, διότι δεν στηρίζονται στην κερδοσκοπία, αλλά στην ικανοποίηση των πραγματικών ανθρώπινων αναγκών, υλικών και άυλων και όταν προκύπτει πλεόνασμα, αυτό επιστρέφεται στο κοινωνικό σύνολο ως κοινωνική αλληλεγγύη και όχι ως φιλανθρωπία ή ελεημοσύνη.

 Ιδέες όπως της συνεργατικής αυτοδιαχείρισης των επιχειρήσεων, των συνεταιρισμών καταναλωτών ή/και των συνεταιρισμών παραγωγών-καταναλωτών, που παραμερίζουν τους μεσάζοντες, καταργούν και αντικαθιστούν τους καπιταλιστές στη θέση του καρπωτή της υπεραξίας που οι ίδιοι παράγουν, αποτελούν παραδείγματα μιας γενικότερης προσέγγισης, σύμφωνα με την οποία η απουσία της ήταν η καθοριστική αιτία, που ανέτρεψε τις κοινωνικές πολιτικές και το κράτος πρόνοιας στις καπιταλιστικές χώρες [10].

 Η καταστατική εξασφάλιση της άμεσης δημοκρατίας με τη δυνατότητα λήψης αποφάσεων και ελέγχου του συνεταιρισμού από τα μέλη του στις γενικές συνελεύσεις δεν αρκεί για την υλοποίηση της άμεσης δημοκρατίας. Αυτή εξαρτάται από την ενεργό συμμετοχή των μελών τόσο στις γενικές συνελεύσεις, όσο και στις διάφορες δραστηριότητες του συνεταιρισμού. Η υλοποίηση της άμεσης δημοκρατίας είναι υπόθεση των ίδιων των μελών.

 Οι δυνατότητες που έχει η περιβαλλοντική εκπαίδευση μπορούν να αποτελέσουν μια διέξοδο για την κάλυψη των σημερινών αναγκών του συνεργατισμού στην Ελλάδα [11]. Η ύπαρξη εκπαιδευμένων πολιτών και όχι απλά ενημερωμένων, αποτελεί προϋπόθεση για την υλοποίηση της άμεσης δημοκρατίας.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 [1] Barbu C., How the economic crisis affects the environment? Journal of Environmental Management and Tourism, I(2), 85-91, 2008

[2] Berghäll E., Perrels A., The economic crisis and its consequences for the environment and environmental policy. Nordic Council of Ministers, Copenhagen, 2010

[3] Klare M. T., The economic crisis and the environment. The Huffington Post, 17.10.2008, USA

[4] Νικολάου Κ., Επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης στο κυκλοφοριακό και στην ποιότητα αέρα των πόλεων, Διαλεκτικά, 5.10.2011, www.dialektika.gr

[5] Νικολάου Κ., Πρωτοφανές επεισόδιο ατμοσφαιρικής ρύπανσης διάρκειας 7 ημερών στη Θεσσαλονίκη, Διαλεκτικά, 24.11.2011, www.dialektika.gr

[6] Νικολάου Κ., Φτώχεια, νεοφιλελευθερισμός και βρώμικος αέρας μέσα κι έξω από τα σπίτια, Διαλεκτικά, 3.1.2013, www.dialektika.gr

[7] Klein N., Το δόγμα του σοκ. Εκδ. Λιβάνη, Αθήνα, 2010

[8] Νικολάου Κ.,Η κρίση και η κοινωνική αλληλέγγυα οικονομία, Διαλεκτικά, 27.6.2011, www.dialektika.gr

[9] Marx K., Κριτική του προγράμματος της Γκότα, 1875, Εκδ. Καμπίτση, Αθήνα

[10] Wolff R., Workers self directed enterprises, Lecture, Berlin, 5.11.2011, Germany

[11] Νικολάου Κ., Η αναγκαιότητα ανάπτυξης του συνεργατισμού διαμέσου της περιβαλλοντικής εκπαίδευσης, Πρακτικά 6ου Πανελλήνιου Συνέδριου για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, ΠΕΕΚΠΕ, Θεσσαλονίκη, 30 Νοε. - 2 Δεκ. 2012. Επίσης στο: Διαλεκτικά, 2.12.2012, www.dialektika.gr