H Π.Ε. ως μοχλός αλλαγών στο εκπαιδευτικό μας σύστημα

Συγγραφέας: 

Χημικός, Μ.Α. στις Επιστήμες της Αγωγής

 Εισαγωγή

Η Π.Ε. από την πρώτη εμφάνισή της στη χώρα μας συνδέθηκε όχι μόνο με την προσπάθεια αλλαγής των στάσεων, αντιλήψεων, πρακτικών κ.λ.π. που προκαλούν ή εντείνουν τα προβλήματα του περιβάλλοντος, αλλά και με την επιδίωξη αλλαγών και την εισαγωγή καινοτομιών στο σχολείο και τα εκπαιδευτικά συστήματα. Στα βασικά κείμενα μάλιστα των διεθνών συνεδρίων για την Π.Ε., οι δύο αυτές επιδιώξεις, δηλαδή η έξοδος από την οικολογική κρίση αλλά και από την κρίση της εκπαίδευσης, δεν θεωρούνται ανεξάρτητες μεταξύ τους αλλά διαπλέκονται και αλληλο-συμπληρώνονται.

Η παραπάνω θέση που αφορά την Π.Ε. σε ένα διεθνές πλαίσιο, είναι ιδιαίτερα ευδιάκριτη στις συζητήσεις και στα κείμενα για την Π.Ε. στη χώρα μας, από την πρώτη στιγμή που γίνεται δημόσια λόγος για το εκπαιδευτικό αυτό αντικείμενο, στα μέσα της δεκαετίας του ’70. Τριάντα πέντε και πλέον χρόνια μετά, και αφού μεσολάβησαν πολλές προσπάθειες, επίσημες και ανεπίσημες,  εφαρμογής προγραμμάτων για την Π.Ε. είναι εύλογο και νόμιμο το ερώτημα: «η Π.Ε. κατάφερε με τη θεσμοθέτησή της να επιφέρει αλλαγές στο εκπαιδευτικό μας σύστημα, ή τελικά αφομοιώθηκε από αυτό;»

Στο κείμενο αυτό επιχειρείται μια απάντηση στο παραπάνω ερώτημα, μέσα από ένα σκεπτικό και επιχειρήματα με ιστορικό κυρίως περιεχόμενο.

 Ορισμένα αρχικά σχόλια

Αρχικά θα διατυπώσουμε δύο επισημάνσεις:

(α) Πρόκειται για ένα σύνθετο ερώτημα, όχι μόνο γιατί έχει δύο σκέλη, αλλά και επειδή περιλαμβάνει έννοιες με πολύσημο περιεχόμενο όπως οι αλλαγές και η αφομοίωση. Αυτό σημαίνει ότι απαιτεί μάλλον μια σύνθετη απάντηση.

(β) Επειδή πρόκειται στην ουσία για ένα ιστορικό ερώτημα, μια ολοκληρωμένη προσέγγιση θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη τα ιστορικά δεδομένα.

Στο πλαίσιο αυτό θα ασχοληθούμε καταρχήν με το ερώτημα: «πότε θεσμοθετείται η Π.Ε. στη χώρα μας;»

Είναι γνωστό ότι επίσημη θεσμοθέτηση γίνεται το 1990 με μια διάταξη του νόμου 1892 / 90 που αναφέρει ρητά: «Η Π.Ε. αποτελεί τμήμα των προγραμμάτων των σχολείων της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης».

Ωστόσο, ήδη από το σχολικό έτος 1981-82 υλοποιούνται εκπαιδευτικά προγράμματα Π.Ε. σε σχολεία, ενώ ακόμη νωρίτερα, από το 1976 γίνονται κινήσεις σε θεσμικό επίπεδο για την Π.Ε., συγκεκριμένα:

Το 1976 συγκροτείται δεκαπενταμελής ομάδα εργασίας από τη Γραμματεία του Εθνικού Συμβουλίου Χωροταξίας και Περιβάλλοντος του τότε Υπουργείου Συντονισμού η οποία παραδίδει τον Ιούλιο του 1977 έκθεση – πρόταση για την εισαγωγή της Π.Ε. στο Δημοτικό και το Γυμνάσιο.

Το 1977 η Ελλάδα συμμετέχει με δύο εκπροσώπους στη διεθνή διάσκεψη για την Π.Ε. στην Τυφλίδα της Γεωργίας.

Το 1980 πραγματοποιείται δωδεκαήμερο σεμινάριο κατάρτισης εκπαιδευτικών στην Π.Ε. από επιμορφωτές του Συμβουλίου της Ευρώπης.

Από τα παραπάνω ιστορικά δεδομένα προκύπτει σαφώς ότι η Π.Ε. στην Ελλάδα έχει συμπληρώσει μια τριακονταετία εφαρμογής με διάφορες μορφές ενώ έχουν παρέλθει τριάντα επτά έτη από την έναρξη της δημόσιας συζήτησης για την εισαγωγή της στο σχολείο. Στο διάστημα αυτό σημαντικός αριθμός εκπαιδευτικών από όσους εμπλέκονται προαιρετικά στα προγράμματα Π.Ε., βλέπουν την Π.Ε. ως εκπαιδευτική καινοτομία και κινητοποιούνται από την πρόθεση να αλλάξουν τον τρόπο εργασίας στο σχολείο.

Πέντε σημεία για μια απάντηση

Θα παραθέσω και θα υποστηρίξω πέντε σημεία που συνηγορούν υπέρ της άποψης ότι η Π.Ε. έχει προκαλέσει  - σε κάποιο βαθμό -  αλλαγές στο σχολείο που μπορούν να θεωρηθούν στοιχεία μιας άτυπης, ουσιαστικής, εσωτερικής μεταρρύθμισης. Τα σημεία αυτά είναι:

1. Η Π.Ε. από τη βασική της συγκρότηση ενσωματώνει σημαντικά καινοτομικά στοιχεία, όπως προκύπτει από τα κείμενα των διεθνών συνεδρίων που οδήγησαν στη διαμόρφωσή της (π.χ. τη χάρτα του Βελιγραδίου 1975, τη διακήρυξη και τις προτάσεις της Τιφλίδας 1977, το κεφάλαιο 36 της Agenda 21 στη διάσκεψη του Ρίο 1992). Τα στοιχεία αυτάσυγκεντρώνουν δύο τουλάχιστον χαρακτηριστικά:

(α) αποτελούν στοιχεία μιας μεταρρυθμιστικής παιδαγωγικής (προοδευτική εκπαίδευση, νέα αγωγή, σχολείο εργασίας), π.χ. η παιδαγωγική αρχή «μάθηση μέσα από το περιβάλλον» της Π.Ε. συμπλέει με το πρόταγμα  «μάθηση μέσα από την πράξη» του κινήματος της προοδευτικής εκπαίδευσης.

(β) ανταποκρίνονται σε σύγχρονα αιτήματα και σημερινές ανάγκες, π.χ. η διεπιστημονικότητα, βασικό χαρακτηριστικό της Π.Ε. προηγήθηκε χρονικά κατά μια τουλάχιστον δεκαετία αντίστοιχης επιδίωξης στο βασικό πρόγραμμα σπουδών της υποχρεωτικής εκπαίδευσης με την εισαγωγή της διαθεματικότητας.

Σημαντικά τέτοια στοιχεία που χαρακτηρίζουν τα προγράμματα Π.Ε. είναι:

  • Αυξημένος βαθμός ελέγχου των εκπαιδευτικών και των μαθητών στο «τι» και το «πώς» της διδασκαλίας (χαμηλή ταξινόμηση και περιχάραξη της γνώσης)
  • Διεπιστημονική και ολιστική προσέγγιση
  • Προαιρετικότητα
  • Περισσότερο σύμμετρη σχέση δασκάλων – μαθητών (στην παραδοσιακή διδασκαλία η σχέση είναι ισχυρά ασύμμετρη κυρίως ως προς την κατανομή της εξουσίας).

2. Ορισμένα χαρακτηριστικά της Π.Ε. αποτελούσαν διαρκές ζητούμενο των μεταρρυθμίσεων που επιχειρήθηκαν – και εντέλει μάλλον δεν έγιναν – στη διάρκεια του 20ου αιώνα (τουλάχιστον μέχρι τη μεταπολίτευση – μεταρρύθμιση του 1976). Το πιο εμβληματικό τέτοιο χαρακτηριστικό αποτελεί η μέθοδος project. Ο τρόπος αυτός εργασίας και διδασκαλίας μέχρι την εμφάνιση και την πλατιά διάδοση της Π.Ε. (με τη μορφή σχολικών προγραμμάτων – δεκαετία ’90), είχε γνωρίσει ελάχιστη εφαρμογή στο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Είναι ενδεικτικό ότι στη δεκαετία του ’90, ο τρόπος εργασίας με project αναγνωρίζεται από πολλούς εκπαιδευτικούς, ιδιαίτερα της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης,  ως «μέθοδος της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης». Στη δεκαετία αυτή, είναι η πρώτη φορά, που σε σταθερή και επαναλαμβανόμενη βάση εφαρμόζεται η μεθοδολογία του σχεδίου εργασίας - στα σχολικά προγράμματα Π.Ε. – από ένα σημαντικό αριθμό εκπαιδευτικών που κατά περιοχές υπολογίζεται από 5 έως 15% του συνόλου, ενώ πολύ μεγαλύτερος αριθμός έρχεται σε επαφή παρακολουθώντας τη δουλειά των συναδέλφων τους. Η δημιουργία αυτής της κρίσιμης μάζας ευαισθητοποιημένων και ενημερωμένων εκπαιδευτικών διευκολύνει την εισαγωγή, διάδοση και εδραίωση άλλων αντικειμένων με διεπιστημονικό περιεχόμενο όπως η Αγωγή Υγείας και τα πολιτιστικά προγράμματα, η Αγωγή Σταδιοδρομίας κ.ά. Ο αυξανόμενος αυτός αριθμός ενημερωμένων εκπαιδευτικών αποτέλεσαν μια σταθερή βάση στην οποία στηρίχτηκε η εφαρμογή καινοτομιών μεγαλύτερης κλίμακας, όπως είναι η ευέλικτη ζώνη στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και οι Ερευνητικές Εργασίες αλλά και η ομαδο-συνεργατική διδασκαλία στο Λύκειο.

3. Το πολιτικό και εκπαιδευτικό πλαίσιο στην Ελλάδα τόσο στην περίοδο εμφάνισης της Π.Ε. (1976 - 1983) όσο και στην περίοδο της εξάπλωσης της (1990-95) είναι ευνοϊκό για την Π.Ε. Η συνειδητοποίηση του περιβαλλοντικού προβλήματος, το οικολογικό κίνημα και η κρίση του παραδοσιακού σχολείου, προβληματίζουν τους εκπαιδευτικούς. Οι μεταρρυθμίσεις που γίνονται δεν ικανοποιούν τους ανήσυχους εκπαιδευτικούς, ιδιαίτερα στη δεύτερη περίοδο. Η Π.Ε. έχει ένα φρέσκο λόγο, εκφράζει τις αναζητήσεις και τις αγωνίες της εποχής, και με κάποια δόση ρομαντισμού και μαξιμαλισμού, επιδιώκει να συνδυάσει τη σωτηρία του περιβάλλοντος με την ανανέωση της εκπαίδευσης.

4. Παρά την αφομοιωτική ικανότητα του συστήματος, η Π.Ε. έχει δημιουργήσει ένα πρότυπο σχολικής εφαρμογής που φαίνεται να αντέχει στο χρόνο. Το πρότυπο αυτό ενισχύεται από το εκπαιδευτικό υλικό που διαρκώς εμπλουτίζεται και από το υποστηρικτικό έργο των Κέντρων Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (ΚΠΕ). Ταυτόχρονα αξιοποιούνται σύγχρονα διδακτικά μέσα όπως οι νέες τεχνολογίες.

5. Είναι αξιοσημείωτο ότι και στο πεδίο της επιμόρφωσης αποτελεί η Π.Ε. πρωτοπορία με την εκτεταμένη χρήση των εργαστηρίων (workshops) και των βιωματικών ασκήσεων.

Συμπεράσματα

Από τα παραπάνω, θεωρώ ότι μπορούμε να συμπεράνουμε ότι η Π.Ε. αποτέλεσε μια μικρής κλίμακας εσωτερική μεταρρύθμιση που εδραιώθηκε σταδιακά και ξεκινώντας από τη βάση της εκπαιδευτικής πυραμίδας. Η δυναμική αυτή εξακολουθεί να λειτουργεί και διευκολύνει την εισαγωγή και εμπέδωση καινοτομιών μεγαλύτερης κλίμακας (π.χ. ερευνητικές εργασίες). Είναι χρήσιμο επομένως να συνεχίσει να υπάρχει στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα και να ενδυναμωθεί.