Η εκπαίδευση για την αειφόρο ανάπτυξη (ΕΑΑ) φαίνεται ως μια καλή ιδέα, όταν τη δούμε με τη ματιά κάποιου που ενδιαφέρεται για την ευημερία των ανθρώπων και του πλανήτη. Ποιος, μέσα από μια τέτοια ματιά, δεν θα συμπαθούσε την ερμηνεία της UNESCO για τις αξίες που υποστηρίζουν την ΕΑΑ;
Άρθρα με κρίση
Τεύχος: 4(49) - 2013
-
-
Η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση άρχισε να εμφανίζεται στα εκπαιδευτικά προγράμματα βορειοευρωπαϊκών και βορειοαμερικάνικων χωρών κάπου στη δεκαετία του ’60 (Palmer 1998). Μπορούμε να θεωρήσουμε επομένως οτι έχει πλέον συμπληρώσει μισό αιώνα ζωής, και άρα είναι κατάλληλη στιγμή για αναστοχασμό πάνω στο που βρίσκεται, τι έχει καταφέρει μέχρι τώρα και τι πρέπει να γίνει από εδώ και πέρα.
-
Από την αφύπνιση που έφερε η «Σιωπηλή Άνοιξη» της Ρέητσελ Κάρσον και τα ριζοσπαστικά κινήματα της δεκαετίας του 1960, έχουν γίνει πολλά βήματα ως σήμερα στα θέματα προστασίας του περιβάλλοντος με άξονα την εκπαίδευση. Η δεκαετία του 1970 έφερε τη θεσμοθέτηση της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης με τις Διασκέψεις του Βελιγραδίου (1975) και της Τιφλίδας (1977). Τη δεκαετία του 1980 διατυπώνεται ο όρος «αειφόρος ανάπτυξη», ενώ το 1992, στη Διάσκεψη του Ρίο, η AGENDA 21 κάνει λόγο για ένα επαναπροσδιορισμό της εκπαίδευσης προς την κατεύθυνση αυτή...
-
Τα περιβαλλοντικά προβλήματα τα οποία διερευνώνται στο πλαίσιο της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (Π.Ε.), αποτελούν σύνθετα φαινόμενα που άπτονται πολλών επιστημονικών πεδίων. Η μοντελοποίηση και η προσομοίωση παίζουν έναν ουσιαστικό και υποστηρικτικό ρόλο στη διαδικασία κατανόησης και ερμηνείας των φαινομένων αυτών. Η συστημική δυναμική αποτελεί μια μεθοδολογία μελέτης με διττό στόχο: τη μοντελοποίηση αλλά και την προσομοίωση σύνθετων φαινομένων. Έτσι, η συστημική δυναμική παρέχει τη δυνατότητα δομημένης περιγραφής των περιβαλλοντικών φαινομένων αλλά και παρακολούθησης της εξέλιξής τους στο χρόνο. Στην παρούσα εργασία, προτείνεται η αξιοποίηση λογισμικού που υλοποιεί τη μεθοδολογία της συστημικής δυναμικής, ως εργαλείο διερεύνησης και ολιστικής προσέγγισης των περιβαλλοντικών προβλημάτων που διερευνούνται μέσα από την εκπόνηση προγραμμάτων Π.Ε. στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση. Ειδικότερα, εξετάζεται η απόκτηση δεξιοτήτων αναγνώρισης παραμέτρων, σχεδιασμού και εκτέλεσης στρατηγικών επίλυσης περιβαλλοντικών προβλημάτων και αναδεικνύονται τα οφέλη από την αξιοποίηση της συστημικής δυναμικής ως εργαλείου δόμησης και επεξεργασίας λογικών διεργασιών.
-
Οι προστατευόμενες περιοχές δημιουργούν νέες συνθήκες για τη συνύπαρξη του ανθρώπου και της φύσης, παρότι η ίδρυση τους δημιουργεί πολλές φορές αντιδράσεις στις τοπικές κοινωνίες. Ιδιαίτερα στα νησιά, η τουριστική ανάπτυξη έχει δημιουργήσει την αντίληψη ότι οι προσπάθειες για τη διατήρηση των φυσικών οικοσυστημάτων αποτελούν εμπόδιο στην κοινωνική και οικονομική πρόοδο αυτών των κοινωνιών. Στόχος της εργασίας ήταν η ανάδειξη της περιβαλλοντικής αντίληψης των τουριστών στη διατήρηση των προστατευόμενων περιοχών στα νησιωτικά οικοσυστήματα...
Τεύχος: 3 (48)
-
Η σύνδεση της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (ΠΕ) με τις παραδοσιακές Φυσικές Επιστήμες (ΦΕ) του σχολείου, που δίνουν έμφαση στην απόκτηση ακαδημαϊκού χαρακτήρα γνώσης, υπήρξε αντικείμενο συζήτησης καθώς θεωρήθηκε ότι η σύνδεση αυτή ενέχει τον κίνδυνο υποβάθμισής της και προαγωγής μιας τεχνοκρατικής θεώρησης για τις σχέσεις του ανθρώπου με το περιβάλλον. Από το τέλος της δεκαετίας του ’80 σε παγκόσμιο επίπεδο, με επίκεντρο την ανταπόκριση της εκπαίδευσης στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται, επιχειρείται η αναμόρφωση των εκπαιδευτικών προγραμμάτων που αφορούν μεταξύ των άλλων και αυτά των ΦΕ. Στα νέα προγράμματα κυρίαρχη φαίνεται να είναι η τάση σύνδεσης της επιστημονικής γνώσης με κοινωνικά θέματα μεταξύ των οποίων φυσικά συμπεριλαμβάνονται και τα περιβαλλοντικά. Για το λόγο αυτό, παρουσιάζει ενδιαφέρον η διερεύνηση των προοπτικών σύνδεσης της ΠΕ με τις ΦΕ στο πλαίσιο των νέων τάσεων προκειμένου να αναδειχτούν εκείνες οι δυνατότητες που θα αποβούν αμοιβαία ωφέλιμες και για τα δυο πεδία.
-
Το Βραβείο Αειφόρου Σχολείου είναι ένας θεσμός με τη μορφή διαγωνισμού μεταξύ σχολείων, για την αλλαγή προς ένα αειφόρο σχολείο. Τελεί υπό την αιγίδα του ΥΠΑΙ.Θ.Π.Α. Στηρίζεται σε 40 πρωτότυπους «δείκτες αειφόρου σχολείου» χωρισμένους σε τρεις τομείς (Παιδαγωγικό, Κοινωνικό/Οργανωσιακό, Περιβαλλοντικό). Κάθε δείκτης υποδηλώνει ορισμένες δράσεις εκ μέρους των εκπαιδευτικών και των μαθητών. Στο τέλος της σχολικής χρονιάς το σχολείο εισάγει για κάθε δείκτη μια τιμή (με βάση τις δράσεις που έχει αναπτύξει) και το άθροισμα αυτών των τιμών δίνει την τελική βαθμολογία του σχολείου με την οποία γίνεται η κατάταξη και η βράβευση. Τα σχολεία παίρνουν μέρος στον πανελλήνιο διαγωνισμό προαιρετικά και στην εργασία αυτή εξετάζουμε τη συμμετοχή μαθητών και εκπαιδευτικών στο σχολικό πρόγραμμα δράσης του Βραβείου Αειφόρου Σχολείου, σε σχέση με τον τύπο και τη βαθμίδα του σχολείου.
-
Πολλές από τις μεθοδολογίες της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης (Π.Ε.), όπως τα σχέδια εργασίας (μέθοδος project), έλκουν την καταγωγή τους από το προοδευτικό παιδαγωγικό κίνημα των αρχών του 20ου αιώνα. Στην Ελλάδα κυριότεροι εκπρόσωποι αυτού του κινήματος υπήρξαν ο Αλέξανδρος Δελμούζος και ο Μίλτος Κουντουράς. Η επαφή με τη φύση, οι περίπατοι και οι εκδρομές ήταν στοιχεία στα οποία έδιναν ιδιαίτερη έμφαση και μπορούν να θεωρηθούν πρωτόλειες μορφές Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Ωστόσο, το έργο τους δεν έχει βρει ολοκλήρωση στο ελληνικό σχολείο μέχρι σήμερα. Όχι μόνο η συνάφεια με τη δουλειά που γίνεται σήμερα στα προγράμματα Π.Ε. δεν έχει αναγνωριστεί, αλλά και η δημοκρατική συμμετοχή των μαθητών και των μαθητριών στις εκπαιδευτικές, διοικητικές και θεσμικές διαδικασίες, η λειτουργία του σχολείου ως μια δημοκρατική κοινότητα, δεν μπόρεσαν να βρουν τρόπο εφαρμογής στις σχολικές συνθήκες που παραμένουν στεγνές, περιοριστικές και αποστειρωμένες. Η επανασύνδεση με τις παραδόσεις του ελληνικού προοδευτικού παιδαγωγικού κινήματος μπορεί να προσδώσει στην Π.Ε. όχι μόνο ιστορικό βάθος και τοπικά δοκιμασμένα παραδείγματα, αλλά να βελτιώσει τις πρακτικές της και να αναδείξει το πλήρες δυναμικό που αυτή μπορεί να λάβει, με όλες τις ριζοσπαστικές εκδοχές.
-
Στην παρούσα εργασία αρχικά γίνεται μια σύντομη παρουσίαση των κυριότερων διαστάσεων της υφιστάμενης κρίσης αλλά και των βασικών αρχών της Κριτικής Παιδαγωγικής και της Εκπαίδευσης για το Περιβάλλον και την Αειφορία ώστε να διαφανούν τα κοινά τους στοιχεία και να αναδειχτεί η επικαιρότητα τους στο πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης. Στη συνέχεια, η ένταξη των θέσεων και των πρακτικών των κριτικών παιδαγωγών στην εκπαίδευση μέσα από μια κριτική θεώρηση/αποτίμηση αποτελεί σημαντική πλευρά της εργασίας, προκειμένου αυτή να λειτουργήσει αναστοχαστικά για κάθε ενδιαφερόμενο εκπαιδευτικό στην ιδιαίτερα κρίσιμη εποχή που διανύουμε. Τέλος, επιλέγονται και παρατίθενται αποσπάσματα του λόγου του Freire, ως του σημαντικότερου εκπρόσωπου της Κριτικής Παιδαγωγικής, εν είδει προβληματισμών που ενέχουν προτάσεις.
Τεύχος: 2 (47)
-
Για όσους ενδιαφέρονται για την ευημερία των ανθρώπων και του πλανήτη, η εκπαίδευση για τη βιώσιμη ανάπτυξη φαίνεται να είναι ένα θετικό βήμα προς τα εμπρός. Αλλά, το ζεστό, φλου συναίσθημα που προκαλεί, καλύπτει μία άρνηση αντιμετώπισης μιας σειράς ζητημάτων που πρέπει να αντιμετωπιστούν, εάν η πρόθεσή μας είναι η δημιουργία ενός αειφόρου μέλλοντος. Η εκπαίδευση για τη βιώσιμη ανάπτυξη αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει την έσχατη απειλή που έχει δημιουργηθεί στα περιβάλλοντα και στις κοινωνίες μέσω της ανεξέλεγκτης οικονομικής μεγέθυνσης, με τον ίδιο τρόπο που αποφεύγει τη βασική κριτική του νεοφιλελεύθερου προγράμματος, που έχει ως στόχο να μετατρέψει τον πλανήτη σε μία παγκόσμια αγορά. Η κοινή παραδοχή ότι οι περιβαλλοντικές, κοινωνικές και οικονομικές διαστάσεις της αειφορίας είναι συμπληρωματικές, χρειάζεται να διερευνηθεί, γιατί το εάν αυτό είναι εφικτό δεν είναι δεδομένο. Είναι συμπληρωματικές μόνο εάν απομακρυνθούμε από ένα τρόπο σκέψης που σχετίζεται με τη μεγέθυνση.
-
Όταν το 1991 είχαμε την ιδέα με τη Βέτα την Τσαλίκη να καλέσουμε τους εκπαιδευτικούς που τότε ασχολούντο με την ΠΕ στο δημαρχείο της Τριανδρίας για μια συζήτηση που οδήγησε στην ίδρυση της ΠΕΕΚΠΕ, δεν είχαμε ιδέα για την εκπαιδευτική έκρηξη που θα επακολουθούσε τα επόμενα 20 χρόνια στο χώρο της ΠΕ. Αρκεί να σκεφτούμε ότι για παράδειγμα οι Λέκκας κ.σ. (2005: 370-372)[i] αναφέρουν ότι ανάμεσα στο 2002 και το 2005 υλοποιήθηκαν 18893 προγράμματα στα ελληνικά σχολεία στα οποία συμμετείχαν σχεδόν 100.000 παιδιά που αντιπροσώπευαν περίπου το 3% του μαθητικού πληθυσμού και 10000 εκπαιδευτικοί. Ήταν η πρώτη μαζική κίνηση μετά τη Μεταπολίτευση που άνοιξε έναν εναλλακτικό εκπαιδευτικό δρόμο εξαιρετικά δύσβατο στα χρόνια της δεκαετίας του 80 και στις αρχές του 90, έσωσε χιλιάδες «ανήσυχους» εκπαιδευτικούς (και παιδιά) από την αλλοτρίωση και μας εφοδίασε με αξιοπρέπεια σώζοντας την αυτοεικόνα μας.
-
Με αφορμή απόψεις που διατυπώθηκαν στο 6ο Πανελλήνιο Συνέδριο της Πανελλήνιας Ένωσης Εκπαιδευτικών για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση εξετάζουμε τους σκοπούς και τους στόχους της Περιβαλλοντικής Εκπαίδευσης. Λαμβάνουμε υπόψη τι προβλέπουν τα κείμενα διεθνών διασκέψεων για την Περιβαλλοντική Εκπαίδευση και προχωράμε σε μια επί της ουσίας συζήτηση. Συμπεραίνουμε ότι η κατανόηση των περιβαλλοντικών προβλημάτων είναι απαραίτητη για τη λύση τους, κατά συνέπεια ο ρόλος των Φυσικών Επιστημών στην Περιβαλλοντική Εκπαίδευση ήταν και είναι σημαντικός. Αλλά η γνώση από μόνη της δεν αρκεί για τη λύση των προβλημάτων. Αναζητούνται παράγοντες που λείπουν. Θεωρούμε ότι ένας από αυτούς είναι το ήθος. Αν αυτό είναι αλήθεια, τότε η Περιβαλλοντική Εκπαίδευση, ως εκ φύσεως διαθεματικό αντικείμενο, είναι ένας πρόσφορος τόπος συνάντησης και συνεργασίας των Φυσικών Επιστημών με τις Ανθρωπιστικές και τις Κοινωνικές Επιστήμες.
-
Η παρούσα εργασία έχει ως στόχο τη διερεύνηση των καθοριστικών παραγόντων που επηρεάζουν την πρόθεση των φοιτητών για ανακύκλωση των αποβλήτων συσκευασίας και του έντυπου χαρτιού που προέρχονται από τα νοικοκυριά και καταλήγουν στο «μπλε» κάδο ανακύκλωσης. Σύμφωνα με τη θεωρία της προσχεδιασμένης συμπεριφοράς (Theory of Planned Behaviour-TPB) οι ανθρώπινες πράξεις προβλέπονται σε μεγάλο βαθμό από τις αντίστοιχες προθέσεις. Η πρόθεση με τη σειρά της, όταν πρόκειται για συνειδητές πράξεις, μπορεί να προβλεφθεί από τρεις παράγοντες-μεταβλητές: α) τη στάση ως προς τη συγκεκριμένη συμπεριφορά (ATTitude–ATT), β) τα υποκειμενικά πρότυπα (Subjective Norm-SN) και γ) τον αντιλαμβανόμενο έλεγχο της συμπεριφοράς (Perceived Behavioural Control-PBC). Ωστόσο, αρκετοί ερευνητές επισημαίνουν ότι το εν λόγω μοντέλο χρήζει βελτιώσεων και προτείνουν την προσαρμογή επιπρόσθετων ερμηνευτικών μεταβλητών, όταν αποδεδειγμένα συνεισφέρουν στην αυξημένη ερμηνεία της πρόθεσης. Υπό αυτό το πρίσμα, αρχικά στο μοντέλο της TPB προστίθενται 3 επιπλέον μεταβλητές: η προηγούμενη συμπεριφορά ανακύκλωσης (Past Recycling Behavior-PRB), τα ηθικά πρότυπα (Moral Norms-MN) και οι συνέπειες και τα αποτελέσματα της ανακύκλωσης (Consequences/Outcomes-CON/OUT). Στη συνέχεια διερευνάται η συμβολή τους στην ερμηνεία της πρόθεσης, δείγματος 126 φοιτητών διαφόρων επιστημονικών πεδίων, για ανακύκλωση. Τα αποτελέσματα καταδεικνύουν ότι το μοντέλο της TPB αποτελεί ένα ικανό ερμηνευτικό εργαλείο της πρόθεσης για ανακύκλωση, που θα μπορούσε να αξιοποιηθεί στο σχεδιασμό δράσεων εκπαίδευσης, ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης καθώς και ευρύτερα στην άσκηση πολιτικής στον τομέα της ανακύκλωσης.
-
Στο Ν. Ηλείας, έναν από τους πλέον πυρόπληκτους νομούς σε όλη την Ελλάδα, μετά την πυρκαγιά του 2007, οι καμένες περιοχές είχαν υψηλό κίνδυνο διάβρωσης του εδάφους. Στα πλαίσια της αποκατάστασης αλλά και της επικείμενης εκδήλωσης κατολισθητικών και πλημμυρικών φαινομένων, απαιτήθηκε μέριμνα προστασίας του εδάφους ώστε να επιτραπεί και η φυσική διαδικασία της αναγέννησης του δασικού οικοσυστήματος. Αποφασίστηκε έτσι η στοχευμένη λήψη μέτρων και η κατασκευή αντιδιαβρωτικών και αντιπλημμυρικών έργων (κορμοπλέγματα, κορμοφράγματα και κλαδοπλέγματα). Με την παρούσα εργασία γίνεται μια προσπάθεια παρουσίασης βιοκλιματικών συνθηκών που συντελούν στην εκδήλωση πυρκαγιάς, αλλά και αξιολόγησης της αποτελεσματικότητας των αντιδιαβρωτικών έργων σε επιλεγμένες περιοχές (π.χ περιοχή Σμέρνας Ν. Ηλείας), όπου έγιναν έργα αποκατάστασης μετά την πυρκαγιά του 2007. Η αναζήτηση διάφορων βιοκλιματικών στοιχείων αλλά και η έρευνα πεδίου (καμένης έκτασης με αντιδιαβρωτικά έργα) μπορούν να αξιοποιηθούν στα πλαίσια περιβαλλοντικού προγράμματος. Οι μαθητές μπορούν να αξιοποιήσουν το διαδίκτυο για αναζήτηση βιοκλιματικών στοιχείων, να κάνουν χρήση νέων τεχνολογιών (π.χ. GPS) για μετρήσεις πεδίου και να εξαγάγουν τα δικά τους αποτελέσματα και συμπεράσματα.
Τεύχος: 1 (46)
-
Ο όρος βασισμένη στον «τόπο» εκπαίδευση (place-based education) είναι μεν ένας σχετικά νέος όρος στην εκπαιδευτική βιβλιογραφία καθώς έχει εμφανιστεί την τελευταία δεκαπενταετία, όμως, οι θεωρίες και οι πρακτικές που αντιπροσωπεύει βρίσκονται πολλές δεκαετίες πίσω. Όπως προκύπτει από τη διεθνή βιβλιογραφία, η εμφάνιση του όρου place-based education, συνδέεται α) με το γεγονός ότι όροι «τόπος» (place) και «αίσθηση του τόπου» (sense of place) τελευταία έχουν μεγάλη απήχηση σε πολλά επιστημονικά πεδία β) την ανάπτυξη μιας ευρύτερης κοινωνικής κίνησης αποκαλούμενης «νέος τοπικισμός» (the new localism) και γ) την αντίδραση στα ομογενοποιημένα εκπαιδευτικά προγράμματα με κοινούς στόχους μεταξύ των οποίων και η επίτευξη ενιαίων στάνταρ σε εθνικό και λίγο πολύ σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ αγνοούν την κοινότητα (Gruenewald & Smith, 2008). Όπως θα αναπτυχθεί στη συνέχεια, η κίνηση place-based education έχει πολλούς υποστηρικτές αλλά και επικριτές. Πριν όμως προχωρήσουμε στην παράθεση των απόψεων και τη σχετική συζήτηση γύρω από αυτόν τον όρο, είναι σκόπιμο να κάνουμε μια σύντομη αναφορά στις βασικές έννοιες «τόπος» (place) και «αίσθηση του τόπου» (sense of place) που είναι κεντρικές στην κίνηση αυτή καθώς και στην έννοια «νέος τοπικισμός».
-
Βρισκόμαστε στο σχολικό έτος 2011-12. Ο πρώτος κύκλος των Ερευνητικών Εργασιών στα Λύκεια ολοκληρώθηκε και ο δεύτερος βρίσκεται «εν εξελίξει». Οι προβληματισμοί, τα ερωτήματα, οι προτάσεις και οι ιδέες διασταυρώνονται ακατάπαυστα και ορμητικά, για να αναζητήσουν κοινά σημεία και διαφορές, συνθέσεις και υπερβάσεις, αδυναμίες και δυνατότητες. Άλλοτε ζωντανά, σε οργανωμένες συναντήσεις, άλλοτε ταξιδεύοντας μέσα στον άυλο ωκεανό των «dots». Αφού, λοιπόν, το περιοδικό της ΠΕΕΚΠΕ έφτιαξε τη δική του νησίδα επικοινωνίας μέσα στον ίδιο ωκεανό (καλορίζικη να’ ναι), ας μιλήσουμε διαδικτυακά για τις Ερευνητικές Εργασίες.
-
Οι Ερευνητικές Εργασίες κλείνουν ένα χρόνο εφαρμογής στην Α’ Λυκείου και από τη νέα σχολική χρονιά εισάγονται στη Β’. Με αφορμή αυτή την χρονική συγκυρία και λαμβάνοντας υπόψη τα ζητήματα που αναδύθηκαν κατά την υλοποίηση τους η παρούσα εργασία επιχειρεί ένα κριτικό αναστοχασμό σε μια καινοτομία που τάραξε πολύ τα σχολικά ύδατα.
-
Το αειφόρο σχολείο είναι ένα όραμα που προσανατολίζει στη συνολική αλλαγή της κουλτούρας του σχολείου, καθώς όλα τα εμπλεκόμενα μέλη του επιχειρούν αλλαγές στο παιδαγωγικό, το κοινωνικό/οργανωσιακό, και το τεχνικό επίπεδο λειτουργίας του. Είναι σαφές ότι η οικοδόμηση ενός τέτοιου τύπου σχολείου προϋποθέτει αλλαγές, σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο, αλλά και βαθιές αλλαγές στην εκπαίδευση. Σε μια σχολική μονάδα η οποία προσπαθεί να λειτουργήσει ως αειφόρο σχολείο σημαντική είναι η δημιουργία ενός στοχαστικοκριτικού πλαισίου, μέσα στο οποίο θα σχεδιάζονται και θα υλοποιούνται δράσεις, ως αποτέλεσμα της συνεργασίας μεταξύ των φορέων της εκπαιδευτικής, και της τοπικής κοινότητας. Στηριζόμενοι στις παραπάνω θεωρητικές παραδοχές και στους δείκτες που προτείνονται στο πλαίσιο του Βραβείου Αειφόρου Σχολείου, επιχειρήθηκε ο μετασχηματισμός ενός Δημοτικού Σχολείου σε αειφόρο. Η παρούσα εργασία σκοπό έχει να αναδείξει τις αλλαγές που επιτεύχθηκαν αλλά και τις δυσκολίες που προέκυψαν κατά την προσπάθεια αυτή. Πρόκειται για μια μελέτη περίπτωσης και τα συμπεράσματα που θα παρουσιαστούν προέκυψαν από την επιτόπια παρατήρηση των δράσεων των εκπαιδευτικών της σχολικής μονάδας.
-
Τα σχολικά προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης συνήθως υλοποιούνται με τη μέθοδο project, επίλυσης προβλήματος, χρονογραμμής ή και μελέτης πεδίου. Σε ορισμένες περιπτώσεις επιλέγεται μεικτός σχεδιασμός. Σε όλες τις περιπτώσεις προτείνεται η παιδαγωγική ομάδα (εκπαιδευτικοί και μαθητές) να επιλέγει το θέμα σύμφωνα με τα ενδιαφέροντα τους και να εργάζονται ομαδοσυνεργατικά με στοιχεία βιωματικότητας και άμεση επαφή με τη φύση και τα φυσικά φαινόμενα. Με το πέρασμα του χρόνου άρχισαν να εισάγονται εφαρμογές των ΤΠΕ υποστηρίζοντας τα προγράμματα περιβαλλοντικής εκπαίδευσης με αναζήτηση πληροφοριών από το διαδίκτυο, ψηφιακή επεξεργασία εικόνων και προβολή παρουσιάσεων με το PowerPoint. Σήμερα, με τη ραγδαία εξέλιξη των ΤΠΕ και του internet, των εφαρμογών κοινωνικής δικτύωσης και των κοινόχρηστων δικτυακών εφαρμογών οι υποστηρικτικές δραστηριότητες των σχολικών περιβαλλοντικών προγραμμάτων μπορούν να εμπλουτιστούν και να αναβαθμιστούν ποιοτικά αξιοποιώντας, σε όλα σχεδόν τα στάδιά υλοποίησης τους σύγχρονα λογισμικά και εφαρμογές Web 2.0.
-
Η εργασία αναφέρεται στη δημιουργία μιας μαθησιακής κοινότητας, όπου μαθητές δύο Γυμνασίων (2ου Γυμνασίου Λαγκαδά & Γυμνασίου Γαζίου Κρήτης) συνεργάστηκαν το σχολικό έτος 2010-11 σε έναν ιστοχώρο wiki για την προβολή του τόπου τους. Η αλληλεπίδραση μαθητών με διαφορετικές εμπειρίες, συμπεριφορές και βιώματα προσφέρει ιδιαίτερα ευνοϊκές συνθήκες για οικοδόμηση της γνώσης, ανταλλαγή απόψεων και ανάπτυξη περιβαλλοντικών ενδιαφερόντων. Η διδακτική παρέμβαση είναι μία εναλλακτική πρόταση για την υλοποίηση περιβαλλοντικών δραστηριοτήτων, που μπορεί όμως να εφαρμοστεί και σε άλλα καινοτόμα προγράμματα ή διδακτικά αντικείμενα, με τους μαθητές να αναλαμβάνουν οι ίδιοι την ευθύνη για τα αντικείμενα της μάθησης, σύμφωνα με τις ανάγκες τους και τα ενδιαφέροντά τους. Μέσα από τη δραστηριότητα οι μαθητές συνθέτουν γνώσεις, ενώ παράλληλα καλούνται να επιλύουν προβλήματα που εμφανίζονται στην καθημερινή ζωή
-
Στην παρούσα μελέτη περιγράφεται ένα μοντέλο αξιολόγησης των ΣΠΠΕ Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης αναφορικά με το σχεδιασμό, τη δόμηση και την υλοποίησή τους το οποίο προέκυψε μέσα από μια ενδελεχή επισκόπηση της ελληνικής και ξένης σχετικής βιβλιογραφίας. Για την εξυπηρέτηση των αναγκών της έρευνας αξιολόγησης ενός ΣΠΠΕ δημιουργήθηκαν 9 αντικείμενα αξιολόγησης με 46 αξιολογικά κριτήρια-δείκτες, τα οποία αποτελούν και τα ερευνητικά ερωτήματα. Αναλύονται οι στόχοι της αξιολόγησης, ο τύπος και το μοντέλο της αξιολόγησης που θα επιλεγεί, το περιεχόμενο των σταδίων αξιολόγησης, τα αντικείμενα, οι άξονες και τα κριτήρια αξιολόγησης, οι αποδέκτες της έκθεσης αξιολόγησης, προβλήματα που συνήθως προκύπτουν κατά τη διαδικασία της αξιολόγησης και οι τρόποι αντιμετώπισής τους.